Διευθυντή Ε΄ Καρδιολογικής Κλινικής, Ερρίκος Ντυνάν Hospital Center
Παραδοσιακά η επιστροφή μετά τις θερινές διακοπές και η έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς σηματοδοτούν την περίοδο κατά την οποία μικροί και μεγάλοι, αθλητές ή μη, προγραμματίζουν προληπτικά μια καρδιολογική εξέταση. Ειδικά τα τελευταία χρόνια, με τη νομοθετική θεσμοθέτηση του καρδιολογικού ελέγχου στην έκδοση κάρτας αθλητή, προκύπτει το πρακτικό ερώτημα. Πότε πρέπει να γίνεται κάποιος προληπτικός καρδιολογικός έλεγχος και τι πρέπει να συμπεριλαμβάνει;
Η κάρτα του αθλητή
Αρχικά για αθλητές έως 35-40 ετών η πανευρωπαϊκά συνιστώμενη μέθοδος εξέτασης περιλαμβάνει ένα στοχευμένο ατομικό και οικογενειακό ιστορικό, τη φυσική εξέταση και ένα ηλεκτροκαρδιογράφημα (ΗΚΓ). Η σύντομη αυτή εξέταση (δεν απαιτεί πάνω 10-15 λεπτά) μοιάζει απλή αλλά λειτουργεί ως ένα ιατρικό «φίλτρο» για τον εντοπισμό των νεαρών αθλητών που αναφέρουν ενοχλήματα στην άσκηση ή εμφανίζουν παθολογικά ευρήματα. Η στατιστική είναι συντριπτικά υπέρ των νεαρών αθλουμένων με την πιθανότητα κάποιου σοβαρού επεισοδίου στην άσκηση να είναι περίπου 1 στις 100.000. Τα σπάνια αυτά περιστατικά οφείλονται συνήθως σε κάποιο προυπάρχον αδιάγνωστο κληρονομικό καρδιακό νόσημα. Επομένως ο καρδιολόγος στοχεύει στην αναγνώριση τυχόν υπόπτων σημείων (red flags) για τα οποία δικαιολογείται περαιτέρω διαγνωστικός έλεγχος (π.χ. Triplex καρδιάς, δοκιμασία κόπωσης, Holter ρυθμού, μαγνητική τομογραφία καρδιάς). Για τη μεγάλη πλειοψηφία των αθλητών με φυσιολογικά ευρήματα στο βασικό αυτό έλεγχο επιτρέπεται η άσκηση χωρίς περιορισμούς.
Τι αλλάζει όταν μεγαλώνουμε
Η στόχευση της προληπτικής καρδιολογικής εξέτασης αλλάζει ουσιωδώς σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας (άνω των 40 ετών) και εστιάζεται κυρίως στην αποτελεσματική πρόληψη της αρτηριοσκλήρυνσης. Η αρτηριοσκλήρυνση, ή αλλιώς αθηρωμάτωση των αρτηριών, αποτελεί μια βραδεία αλλά προοδευτικά επιδεινούμενη «φθορά» των αρτηριών του σώματος και των στεφανιαίων αρτηριών της καρδιάς. Μοιραία η φθορά αυτή σχετίζεται με την ηλικία, αλλά στόχος όλων μας θα πρέπει να είναι η φροντίδα της αγγειακής μας υγείας ώστε να αποφύγουμε επεισόδια (π.χ. έμφραγμα, εγκεφαλικό) μέχρι τα βαθειά μας γεράματα. Πολλές ιατρικές μελέτες έχουν αποδείξει την ωφέλεια του σωστού τρόπου ζωής που περιλαμβάνει λίγη αλλά τακτική αερόβια άσκηση (π.χ. 30 min ζωηρό περπάτημα 4-5 φορές την εβδομάδα) αλλά και της ουσιαστικής αντιμέτωσης παραγόντων που επιδεινώνουν την αθηρωμάτωση (κάπνισμα, υπερχοληστερολαιμία, διαβήτης, αρτηριακή υπέρταση). Πέρα από τις εξετάσεις που ήδη αναφέρθηκαν, ο καρδιολόγος μπορεί να χρησιμοποιήσει συμπληρωματικά μεθόδους ανίχνευσης της αθηρωμάτωσης όπως η δοκιμασία κοπώσεως ή το φορτίο ασβεστίου των στεφανιαίων αρτηριών προκειμένου να προφυλάξει έγκαιρα τον εξεταζόμενο από μελλοντικά προβλήματα.
Τέλος η συχνότητα του ελέγχου καθορίζεται από τον καρδιολόγο μας, ο οποίος να ζητά περιοδικά την επανάληψη κάποιων εξετάσεων (π.χ. από 1 έως 3 χρόνια) προκειμένου να κατευθύνει την προληπτική προσπάθειά μας. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε πως η προστασία από καρδιακά προβλήματα πρωτίστως βασίζεται στην συνεπή υιοθέτηση από μέρους μας του σωστού τρόπου ζωής. Αυτός αποτελεί και την καλύτερη εγγύηση της καλής καρδιαγγειακής μας υγείας.