Χαρίκλεια Γάτσιου
Ιατρός Παθολόγος
Διευθύντρια Δ’ Παθολογικής Κλινικής, Ερρίκος Ντυνάν
Η οστεοπόρωση είναι ένα χρόνιο μεταβολικό νόσημα των οστών το οποίο χαρακτηρίζεται από μειωμένη πυκνότητα αυτών και από διαταραχή στη μικροαρχιτεκτονική τους με αποτέλεσμα μικρότερη αντοχή στη μηχανική καταπόνιση. Έτσι τα οστά γίνονται εύθραυστα και αυξάνει ο κίνδυνος καταγμάτων ακόμη και σε ήπια φόρτιση. Τα συνηθέστερα σημεία καταγμάτων είναι το ισχίο, η σπονδυλική στήλη, ο καρπός και ακολουθούν οι πλευρές, η λεκάνη και ο βραχίονας.
Σε ότι αφορά τη συχνότητα της οστεοπόρωσης στην Ελλάδα υπολογίζεται πως στον πληθυσμό άνω των 50 ετών πάσχει το 30% των γυναικών και περίπου το 11% των ανδρών.
Η οστεοπόρωση διακρίνεται σε:
- Πρωτοπαθή
-Μετεμμηνοπαυσιακή, η οποία είναι συχνότερη και αφορά γυναίκες στην εμμηνόπαυση
-Γεροντική, η οποία αφορά άτομα μεγαλύτερα των 70 ετών και των δύο φύλων
- Δευτεροπαθή, η οποία εμφανίζεται σε άτομα που έχουν ρευματοειδή αρθρίτιδα, υπερθυρεοειδισμό, υπερπαραθυρεοειδισμό, κοιλιοκάκη ή μακρά θεραπεία με κορτιζόνη
Ποιοι είναι οι παράγοντες κινδύνου για οστεοπόρωση;
Υπάρχουν διάφοροι παράγοντες που αυξάνουν την πιθανότητα εμφάνισης οστεοπόρωσης. Κάποιοι είναι μη τροποποιήσιμοι, ενώ κάποιοι μπορεί να τροποποιηθούν με τις καθημερινές συνήθειες. Τέτοιοι παράγοντες είναι οι ακόλουθοι:
- Ηλικία άνω των 50
- Οικογενειακό ιστορικό με οστεοπόρωση ή με κάταγμα ισχίου
- Γυναικείο φύλο
- Πρόωρη εμμηνόπαυση
- Χαμηλό σωματικό βάρος (δείκτης μάζας σώματος μικρότερος του 20)
- Κατάχρηση αλκοόλ
- Ενεργό κάπνισμα
- Διατροφή φτωχή σε ασβέστιο
- Έλλειψη σωματικής άσκησης
- Θεραπεία με κορτιζόνη
- Δευτεροπαθής οστεοπόρωση, ως αποτέλεσμα άλλων παθήσεων
Πώς γίνεται η διάγνωση της οστεοπόρωσης;
Η διάγνωση της οστεοπόρωσης γίνεται με τη μέτρηση της οστικής πυκνότητας. Η μέτρηση γίνεται με μία μέθοδο που ονομάζεται φωτονιακή απορροφησιομετρία διπλής ενεργειακής δέσμης (DEXA). Η μέτρηση της οστικής πυκνότητας γίνεται στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης και στο ισχίο. Την κατάλληλη θέση μέτρησης την επιλέγει ο γιατρός με βάση την ηλικία, το ιστορικό και το αν λαμβάνει θεραπεία για οστεοπόρωση ο εξεταζόμενος.
Εκτός από τη μέτρηση της οστικής πυκνότητας ο γιατρός αξιολογεί και τους παράγοντες κινδύνου και όλα μαζί μπαίνουν σε κάποιους πίνακες για να υπολογισθεί η πιθανότητα κατάγματος τα επόμενα 10 έτη και να αποφασιστεί αν θα δοθεί φαρμακευτική θεραπεία για την οστεοπόρωση.
Πότε πρέπει να γίνεται μέτρηση της οστικής πυκνότητας ως προληπτικός έλεγχος;
Ο στόχος του προληπτικού ελέγχου για οστεοπόρωση είναι να βρεθούν τα άτομα με αυξημένο κίνδυνο για κάταγμα και να μειωθεί αυτός ο κίνδυνος.
Έτσι, προληπτικός έλεγχος γίνεται:
- Σε όλες τις γυναίκες 65 ετών και άνω
- Στις γυναίκες κάτω των 65 ετών που είναι στην εμμηνόπαυση και έχουν παράγοντες κινδύνου για οστεοπόρωση (π.χ. κάπνισμα)
- Σε γυναίκες πριν την εμμηνόπαυση αν έχουν υποστεί κάταγμα (χαμηλής φόρτισης) και αν υπάρχουν άλλες παθήσεις που προκαλούν δευτεροπαθή οστεοπόρωση, όπως είναι η θεραπεία με κορτιζόνη, η ρευματοειδής αρθρίτιδα, ο υπερθυρεοειδισμός, η νευρογενής ανορεξία κ.α.
Στους άντρες δε μετράμε προληπτικά την οστική πυκνότητα, παρά μόνο για συγκεκριμένους λόγους, όπως όταν έχουν υποκείμενα νοσήματα (θεραπεία με κορτιζόνη, ορμονική θεραπεία για καρκίνο προστάτη, κοιλιοκάκη) ή ιστορικό με κάταγμα χαμηλής φόρτισης.
Η συχνότητα επανάληψης της μέτρησης οστικής πυκνότητας αποφασίζεται από το γιατρό ανάλογα με το αποτέλεσμα της εξέτασης, τους παράγοντες κινδύνου για οστεοπόρωση, καθώς και με το αν λαμβάνει ο ασθενής φαρμακευτική αγωγή για οστεοπόρωση.
Ποια είναι η θεραπεία της οστεοπόρωσης;
Η καλύτερη θεραπεία της οστεοπόρωσης είναι η πρόληψή της. Πρέπει όλοι να ενημερώνονται ώστε να ακολουθούν υγιή τρόπο ζωής με συστηματική σωματική άσκηση, διατροφή πλούσια σε ασβέστιο και βιταμίνη D, διακοπή του καπνίσματος και περιορισμό στο αλκοόλ. Στην οστεοπενία, η οποία είναι μικρή απώλεια οστικής μάζας, χορηγούνται και συμπληρώματα ασβεστίου και βιταμίνης D. Σε εγκατεστημένη οστεοπόρωση υπάρχει φαρμακευτική θεραπεία που βοηθά στην αύξηση της οστικής μάζας με στόχο την αποφυγή καταγμάτων.