Ιωάννης Μούντζιος MD, MSc, PhD
Παθολόγος Ογκολόγος
Διευθυντής Δ΄ Ογκολογικής Κλινικής και Μονάδας Κλινικών Μελετών Νοσοκομείο Ερρίκος Ντυνάν
Το τελευταίο χρονικό διάστημα γίνεται πολύς λόγος για τα εμβόλια ως νέας θεραπευτικής κατηγορίας του καρκίνου του πνεύμονα, τα οποία -ευλόγως- έχουν δημιουργήσει ένα κύμα ενθουσιασμού, τόσο στην Επιστημονική Κοινότητα, όσο και στους ογκολογικούς ασθενείς και στις οικογένειες τους.
Αρχικά, θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι τα εμβόλια κατά του καρκίνου είναι και αυτά μια μορφή ανοσοθεραπείας, δηλαδή στοχεύουν να ενεργοποιήσουν το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού ώστε αυτό να αναγνωρίσει και να επιτεθεί στα καρκινικά κύτταρα που βρίσκονται μέσα στο σώμα. Για να το πετύχουν αυτό, τα εμβόλια χρησιμοποιούν πολλούς τρόπους και διαφορετικούς μηχανισμούς, δυο εκ των οποίων δοκιμάζονται σήμερα στα πλαίσια κλινικών Μελετών στον Καρκίνο του Πνεύμονα στην χώρα μας όπως και σε ολόκληρο τον κόσμο:
Α. Τα πεπτιδικά εμβόλια, τα οποία εκμεταλλεύονται την παρουσία κάποιου ειδικού αντιγόνου στην επιφάνεια του καρκινικού κυττάρου ή και σε όλα τα κύτταρα του οργανισμού, στο οποίο συνδέεται το κύτταρο του ανοσοποιητικού για να ασκήσει την αντικαρκινική του δράση. Τα εμβόλια αυτά προσομοιάζουν με τα εμβόλια που χορηγούμε για την πρόληψη πολλών λοιμώξεων και για τον λόγο αυτό απαιτούν την παρουσία τού ειδικού αντιγόνου πάνω στο καρκινικό κύτταρο για να είναι αποτελεσματικά. Αυτός είναι και ο λόγος που οι ασθενείς πρέπει να ελέγχονται για την παρουσία του αντιγόνου ή όχι μέσω της αποστολής αίματος (σε μερικές περιπτώσεις και δείγματος DNA), ώστε να φανεί αν είναι κατάλληλοι για αυτά τα εμβόλια. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα πεπτιδικά εμβόλια τού καρκίνου τού πνεύμονα που δρουν μέσω των αντιγόνων ιστοσυμβατότητας (αυτά που αναζητούμε και στον προμεταμοσχευτικό έλεγχο), όπως πχ το HLA-A2. Σε αυτή την περίπτωση προηγείται λοιπόν ο έλεγχος για την παρουσία ή όχι του αντιγόνου και στην συνέχεια χορηγείται το αντίστοιχο εμβόλιο, το οποίο συνήθως απαιτεί επαναλαμβανόμενες χορηγήσεις σε αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, ώστε να διατηρηθεί ανέπαφη η ανοσία, σε αντίθεση με τα κλασσικά εμβόλια κατά των λοιμώξεων, στα οποία συνήθως αρκούν μια ή δύο αναμνηστικές δόσεις.
B. Tα εμβόλια mRNA κατά του καρκίνου, τα οποία χρησιμοποιούν την τεχνολογία mRNA, όπως την μάθαμε από τα εμβόλια κατά του COVID, με την διαφορά ότι χρησιμοποιούν αντιγόνα του καρκινικού κυττάρου ενός συγκεκριμένου ασθενή για να παρασκευαστεί με διαδικασία βιοτεχνολογίας ένα “προσωποποιημένο εμβόλιο”, το οποίο θα αποτελείται από mRNA του όγκου που δημιουργήθηκε από τον εν λόγω ασθενή και κανέναν άλλο. Μετά την χορήγηση τους, τα προσωποποιημένα αυτά εμβόλια ενσωματώνονται στο DNA του καρκινικού κυττάρου και δίνουν εντολή για την παραγωγή αντισωμάτων που αναγνωρίζουν με ειδικό τρόπο αυτά τα καρκινικά κύτταρα και τους επιτίθενται. Σε αυτή την περίπτωση η παρασκευή ενός τέτοιου εμβολίου απαιτεί ικανό χρονικό διάστημα, καθώς αποστέλλεται στην αρχή DNA του όγκου και αίμα του ασθενή ώστε να ελεγχθεί αρχικά κατά πόσον είναι εφικτή η παρασκευή του εμβολίου (και εδώ περίπου στο 1/3 των ασθενών δεν είναι εφικτή η παρασκευή του εμβολίου για τεχνικούς λόγους) και στην συνέχεια θα πρέπει να παρασκευαστεί το προσωποποιημένο εμβόλιο με μια διαδικασία που είναι αρκετά πολύπλοκη και χρονοβόρα. Και εδώ η χορήγηση του εμβολίου πραγματοποιείται υποδορίως σε τακτά διαστήματα για χρονικό διάστημα που ποικίλλει ανάλογα με το πρωτόκολλο.
Είναι σημαντικό να τονιστεί πως τα εμβόλια αυτά στην χώρα μας, όπως και σε ολόκληρο τον κόσμο, είναι διαθέσιμα μόνο μέσω Κλινικών Μελετών και πειραματικής διαδικασίας, μια και κανένα τους δεν είναι μέχρι στιγμής εγκεκριμένο από κάποια επίσημη Ρυθμιστική Αρχή σε Αμερική και Ευρώπη. Τα πρώιμα αποτελέσματα από την χρήση τους είναι πολύ ελπιδοφόρα και για αυτό τον λόγο δοκιμάζονται πλέον σε κλινικές μελέτες φάσης 3, δηλαδή συγκρίνονται με την τρέχουσα καθιερωμένη θεραπεία (συνήθως χημειοθεραπεία) ώστε να ελεγχθεί εάν υπερτερούν αυτής ή όχι. Στην χώρα μας και φυσικά στο Τμήμα Κλινικών Μελετών Ογκολογίας του Νοσοκομείου μας, είναι διαθέσιμες όλες οι Κλινικές Μελέτες , τόσο με Πεπτιδικά όσο και με mRNA εμβόλια, με διαφορετικές ενδείξεις ανάλογα με το πρωτόκολλο και την “γραμμή θεραπείας” στην οποία βρίσκεται ο κάθε ασθενής. Υπάρχουν για παράδειγμα Κλινικές Μελέτες για ασθενείς οι οποίοι έχουν ήδη χειρουργηθεί ή πρόκειται να χειρουργηθούν και εκεί το εμβόλιο συνδυάζεται συνήθως με την κλασσική ανοσοθεραπεία ώστε να εκριζωθούν τα κυκλοφορούντα καρκινικά κύτταρα και να μεγιστοποιηθούν οι πιθανότητες ίασης. Από την άλλη, υπάρχουν Κλινικές Μελέτες με εμβόλια για ασθενείς σε πιο προχωρημένα στάδια της νόσου, οι οποίοι έχουν εκτεθεί ήδη σε χημειοθεραπεία και ανοσοθεραπεία και έχουν εμφάνισε εκ νέου επιδείνωση και σε αυτή την περίπτωση τα εμβόλια συνήθως συγκρίνονται με την εγκεκριμένη υπάρχουσα χημειοθεραπεία δεύτερης γραμμής. Οι ανωτέρω μελέτες είναι σε εξέλιξη σε παγκόσμιο επίπεδο, εντάσσουν ασθενείς με γοργούς ρυθμούς και η επιστημονική κοινότητα αναμένει με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και ελπίδα τα πρώτα αποτελέσματα. Σε κάθε περίπτωση, αξίζει να τονιστεί ότι υπάρχει πλήρης διαθεσιμότητα αυτών των μελετών στην χώρα μας, μέσα από έγκυρα Επιστημονικά Κέντρα Αριστείας και ότι το Νοσοκομείο Ερρίκος Ντυνάν πρωτοστατεί σε αυτή την προσπάθεια, παρέχοντας πλήρη πρόσβαση στους συμπολίτες μας που χρήζουν καινοτόμων θεραπειών στα προγράμματα αυτά.