Covid Πτέρυγα 2, δύναμη κλινών 52 ασθενείς
Γιώτα Αθανασίου-Χριστίνα Κίκερη, Νοσηλεύτριες Ερρίκος Ντυνάν Hospital Center
Προσωπικό αποτελεσματικό, οργανωμένο, συναδελφικό, αλλά ταυτόχρονα προσωπικό εξαντλημένο από την νόσο, τις βάρδιες, από τον όγκο των περιστατικών, από τις απώλειες, από τη βαρύτητα των περιστατικών.
Το ξέραμε. Γι’ αυτό ήρθαμε.
Ακολουθώντας το παράδειγμά τους μπαίνουμε μαζί τους με τη «στολή μας» από την πρώτη ημέρα στον απαιτητικό, αλλά επαγγελματικό μας ρόλο.
Ασθενείς νοσούντες βαριά με αναπνευστικά προβλήματα, κλινήρεις, μόνοι τους, χωρίς επισκεπτήριο, χωρίς οπτική επαφή με τους δικούς τους, έχοντας σαν φυλαχτό δίπλα τους ότι τους θύμιζε τους αγαπημένους τους.
Η κ. Σοφία είχε πάντα τη ζωγραφιά της εγγονής της στο κομοδίνο της. Το βλέμμα της ήταν άδειο κάθε φορά που της κάναμε νοσηλεία, και περιποίηση κλπ. Δεν είχε διάθεση να μιλήσει. Κοιτούσε μόνο την ζωγραφιά και μόνο τότε έβγαζαν συναίσθημα τα άδεια από βλέμμα, μάτια της.
Ασθενείς με βαριά δύσπνοια που ακόμη κι η λήψη τροφής για εκείνους ήταν αγώνας δρόμου, γιατί δυσπνοούσαν κάθε φορά που τους έβγαζες την μάσκα του οξυγόνου για την επόμενη μπουκιά.
Ταΐζοντας τον κ. Κώστα στωικά, κάθε φορά που ήθελε να εγκαταλείψει την προσπάθεια, αναλογίστηκα την ευθύνη του εθελοντισμού που από την μια αφορά το επαγγελματικό κομμάτι, τις εμπειρίες, τη γνώση, τις δεξιότητες, την εκπαίδευση που προσφέρεις στην επαγγελματική ομάδα που καλείσαι να στηρίξεις, αλλά από την άλλη η πιο μεγάλη ευθύνη ειδικά σε αυτή την συγκυρία είναι απέναντι στον ΚΑΘΕ ασθενή ξεχωριστά από τους 52 νοσηλευόμενους, κάθε φορά που θα τον σκέφτομαι μόνο, νηστικό, παγωμένο στο νοσοκομείο, χωρίς ένα δικό του άνθρωπο!
Τον σκέπασα και τον χαιρέτησα προχωρώντας παρακάτω. Με πρόλαβε η συνάδελφός μου Γιώτα Αθανασίου.
Ήταν ήδη στον θάλαμο 206, τάιζε τον κ. Γιώργο, έναν γλυκό άνθρωπο γύρω στα 80 που της έπιασε κουβέντα ρωτώντας την από που είναι, πόσο χρονών είναι κλπ γιατί ήταν εμφανές πως ήθελε να μιλήσει σε κάποιον. Νοσηλευόταν ήδη 15 ημέρες κι όταν ήρθε η ώρα να φύγουμε (ήταν η τελευταία μας ημέρα ) τον χαιρέτησε, του ευχήθηκε να πάει γρήγορα σπίτι του να ανταμώσει με τους δικούς του, να κάνει υπομονή να τελειώσει όλο αυτό.
Την κοίταξε στα μάτια, άρχισε να κλαίει, της έπιασε το χέρι, της το φίλησε, της είπε «σε ευχαριστώ παιδί μου μέσα από την καρδιά μου, μακάρι να καταφέρω να πάω στα παιδιά μου και σε ευχαριστώ που μου αφιέρωσες τον χρόνο σου, είχα ανάγκη να μιλήσω σε κάποιον, να σε έχει καλά ο Θεός και να έχεις μια όμορφη τύχη»
Λόγια από καρδιάς, πράξεις από καρδιάς.
Χαιρετίσαμε εγκάρδια ασθενείς, συναδέλφους και φύγαμε διασχίζοντας, ο καθένας με τις δικές του σκέψεις, τον αχανή διάδρομο της κλινικής και τις άδειες αίθουσες αναμονής με την υπόσχεση πως θα ξαναέρθουμε στην μετά covid εποχή, αλλά και αν μας χρειασθούν πάλι θα είμαστε παρούσες;
Ναι, θα το ξανακάναμε και το απαντήσαμε η μια στην άλλη χωρίς να μας γίνει ερώτηση.