Του Κυριάκου Θ. Βαμβακίδη, Διευθυντή Z’ Κλινική Χειρουργικής Ενδοκρινών Αδένων, Ερρίκος Ντυνάν Hospital Center
Τα νεοπλάσματα του θυρεοειδούς αδένα αποτελούν την πιο συχνή ένδειξη αφαίρεσης του θυρεοειδούς, με αποτέλεσμα χιλιάδες θυρεοειδεκτομές να πραγματοποιούνται κάθε χρόνο λόγω καρκίνου ή λόγω έντονης υποψίας της νόσου.
Η κατανομή της νόσου στα δύο φύλα δείχνει μια σαφή προτίμηση στον γυναικείο πληθυσμό. Έτσι, περίπου το 75% των χειρουργικών επεμβάσεων διενεργούνται σε γυναίκες.
Μια πιθανή εξήγηση για το φλερτ της νόσου με το ωραίο φύλο είναι η πολύ συχνότερη ύπαρξη χρόνιας θυρεοειδίτιδας στις γυναίκες σε σχέση με τους άνδρες, η οποία πλέον σήμερα θεωρείται από πολλούς ερευνητές προδιαθεσικός παράγοντας για την εμφάνιση καρκίνου στο θυρεοειδή.
Η ολική θυρεοειδεκτομή είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της θεραπείας του καρκίνου του θυρεοειδούς αδένα. Συχνά, ως δεύτερη γραμμή θεραπείας, είναι απαραίτητη η θεραπευτική χορήγηση ραδιενεργού ιωδίου, με σκοπό την καταστροφή του υπολειμματικού θυρεοειδικού ιστού.
Η ολική θυρεοειδεκτομή είναι γενικά μια ασφαλής χειρουργική επέμβαση με σπάνια εμφάνιση επιπλοκών, ειδικά όταν αυτή διενεργείται από έμπειρο χειρουργό. Οι επιπλοκές αφορούν το βράχνιασμα της φωνής λόγω τραυματισμού του παλίνδρομου λαρυγγικού νεύρου και της μόνιμης μετεγχειρητικής υπασβεστιαιμίας λόγω απαγγείωσης ή συναφαίρεσης των παραθυρεοειδών αδένων.
Είναι όμως η χειρουργική επέμβαση ολικής θυρεοειδεκτομής αρκετή για την οριστική θεραπεία του ασθενούς;
Όσον αφορά τα θηλώδη καρκινώματα θυρεοειδούς αδένα, η ικανότητά τους να δίνουν νωρίς και σε πολύ μεγάλο ποσοστό λεμφαδενικές μεταστάσεις κάνει απαραίτητη πολύ συχνά και την αφαίρεση λεμφαδένων προκειμένου να εξαλειφθεί πλήρως η νόσος.
Για τον λόγο αυτό είναι πολύ σημαντική η προεγχειρητική χαρτογράφηση λεμφαδένων, η υπερηχογραφική εξέταση δηλαδή που θα επικεντρωθεί στην ανίχνευση παθολογικών λεμφαδένων στην περιοχή του τραχήλου, ώστε ο θεράπων Ενδοκρινολόγος να επιλέξει την κατάλληλη χειρουργική επέμβαση για τον ασθενή του.
Ο λεμφαδενικός καθαρισμός τραχήλου (η αφαίρεση δηλαδή των λεμφαδένων), μπορεί να διακριθεί σε κεντρικό και πλάγιο. Ο κεντρικός αφορά λεμφαδένες που βρίσκονται κοντά στον θυρεοειδή μεταξύ των δύο καρωτίδων, ενώ ο πλάγιος αφορά πιο απομακρυσμένους λεμφαδένες που απαντώνται επί τα εκτός των καρωτίδων. Ο κεντρικός λεμφαδενικός καθαρισμός μπορεί να επιτευχθεί με την υπάρχουσα μικρή τομή της θυρεοειδεκτομής εν αντιθέσει με τον πλάγιο κατά τον οποίο μια σημαντικά μεγαλύτερη τομή είναι αναπόφευκτη.
Μετά την χειρουργική θεραπεία και υπό ορισμένες προϋποθέσεις που αφορούν την επέκταση και τον ιστολογικό υπότυπο του θηλώδους καρκινώματος, είναι πιθανό ο θεράπων ενδοκρινολόγος να συστήσει ως συμπληρωματική θεραπεία τη χορήγηση ραδιενεργού ιωδίου. Η συνεννόηση του πυρηνικού ιατρού, που θα εφαρμόσει την θεραπεία αυτή, με τον θεράποντα ενδοκρινολόγο εξασφαλίζει την επιλογή της σωστής δόσης μετά την κατάλληλη προετοιμασία.
Τα μυελοειδή καρκινώματα, που έχουν πολύ επιθετικότερη συμπεριφορά και χειρότερη πρόγνωση από τα θηλώδη, μεθίστανται συχνότατα στους λεμφαδένες ενώ παράλληλα το ραδιενεργό ιώδιο δεν έχει καμία χρησιμότητα. Για τον λόγο αυτό, στις περιπτώσεις των μυελοειδών καρκινωμάτων ο λεμφαδενικός καθαρισμός είναι πάντοτε απαραίτητος. Η έκτασή του θα καθοριστεί από την χαρτογράφηση λεμφαδένων και από την τιμή της καλσιτονίνης, η οποία αυξάνει ανάλογα με την έκταση της νόσου. Ο κεντρικός λεμφαδενικός καθαρισμός είναι πάντα απαραίτητος στις περιπτώσεις αυτές, ενώ ο σύστοιχος ή ακόμα και ο αμφοτερόπλευρος πλάγιος λεμφαδενικός καθαρισμός μπορεί να είναι απαραίτητος αν η νόσος έχει επινεμηθεί στους χώρους αυτούς.
Ο ρόλος του έμπειρου χειρουργού
Επιλέγοντας και πραγματοποιώντας την ενδεδειγμένη χειρουργική επέμβαση μειώνουμε τον κίνδυνο υποτροπής/υπολειμματικής νόσου και αποφεύγουμε τις επανεπεμβάσεις.
Οι επανεπέμβασεις στον τράχηλο λόγω καρκίνου θυρεοειδούς είναι δύσκολα και απαιτητικά χειρουργεία, όχι μόνο λόγω της διαταραχής της φυσιολογικής ανατομίας της περιοχής από το πρώτο χειρουργείο, αλλά και λόγω της ανάπτυξης μετεγχειρητικών συμφύσεων. Η επανεπέμβαση πρέπει να έχει το τέλειο ογκολογικό αποτέλεσμα, δηλαδή την εξάλειψη της υποτροπής που δεν είχε καταστεί δυνατή στο πρώτο χειρουργείο και στην αποφυγή των επιπλοκών των οποίων η πιθανότητα είναι αυξημένη εξαιτίας των παραγόντων που προαναφέρθηκαν. Για τους λόγους αυτούς καθίσταται αναγκαίο η επανεπέμβαση να διενεργείται από πολύ έμπειρο χειρουργό.
Σε γενικές γραμμές η επιλογή του ενδεδειγμένου χειρουργείου είναι μια απόφαση που είναι ευθύνη τόσο του θεράποντος Ενδοκρινολόγου όσο και του Χειρουργού που θα αναλάβει να φέρει σε πέρας την επέμβαση. Ο σωστός κλινικός και εργαστηριακός προεγχειρητικός έλεγχος καθώς και η απαραίτητη προεγχειρητική χαρτογράφηση σε συνδυασμό με την αγαστή συνεργασία ενδοκρινολόγου και χειρουργού είναι οι κύριοι παράγοντες που θα οδηγήσουν στην σωστή αντιμετώπιση του ασθενούς με καρκίνο θυρεοειδούς.